Το Μουσείο Εικαστικών Τεχνών Ηρακλείου υποδέχεται, στο πλαίσιο της έκθεσης με τον ευφάνταστο τίτλο ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΔΙΑ,τρεις σημαντικούς και καταξιωμένους Έλληνες καλλιτέχνες, τη Μαργαρίτα Βασιλάκου, τον Γιάννη Γαβαλά και τον Γιάννη Στεφανάκι, που συναντιούνται εικαστικά γιανα σχολιάσουν την αμφιλεγόμενη σχέση του ανθρώπου με το οικιστικό μοντέλο της πολυκατοικίας και την παθολογία που συνοδεύει τον ρυθμό των μεγαλουπόλεων.
Τα εγκαίνια της έκθεσης θα πραγματοποιηθούν το Σάββατο 25 Νοεμβρίου 2023, στις 18.00, στο χώρο του ΜΕΤΗ, στην οδό Νυμφών 3, στο Ηράκλειο Κρήτης. Η έκθεση θα λειτουργεί καθημερινά από Δευτέρα έως Παρασκευή 18.00-20.00 και θα ολοκληρώσει τον κύκλο της στις 29/12/2023, δηλαδή λίγο πριν αποχαιρετήσουμε την τρέχουσα χρονιά.
Η Μαργαρίτα Βασιλάκου, με καταγωγή από τη Σπάρτη, σπούδασε στην Α.Σ.Κ.Τ. της Αθήνας ζωγραφική στο εργαστήριο των Π. Τέτση και Ν. Κεσσανλή και χαρακτική στον Θ. Εξαρχόπουλο. Ανθρωποκεντρική ζωγράφος και εξαιρετική εικονογράφος με αναγνωρίσιμο εικαστικό ιδίωμα, όπως και όλοι οι καλλιτέχνες της έκθεσης, πραγματεύεται ποικίλες θεματικές με συμβολικό τρόπο εστιάζοντας κυρίως στην προβληματική επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων..
Ο Γιάννης Γαβαλάς, γεννημένος στην Αθήνα, Τήνιος όμως στην καταγωγή, σπούδασε γλυπτική στη Σχολή Καλών Τεχνών Πανόρμου Τήνου και στη συνέχεια στην Α.Σ.Κ.Τ. της Αθήνας στο εργαστήριο του Δ. Καλαμάρα. Στα γεωμετρικά του σύνολα καταφέρνει να εξισορροπεί δυνάμεις αντιθετικές μέσα από τον γόνιμο συγκερασμό αντιφατικών υλικών, προσπαθώντας να αναδείξει την έννοια της αλληλοσυμπλήρωσης έναντι της αέναης πάλης.
Ο Γιάννης Στεφανάκις, Κρητικός στην καταγωγή, σπούδασε στην Α.Σ.Κ.Τ. της Αθήνας. Ζωγράφος, χαράκτης, ποιητής, τυπογράφος, εκδότης, τα τελευταία χρόνια και δημιουργός video animation, ο Στεφανάκις αρνείται πεισματικά να ταυτιστεί με ένα ρόλο, καταφέρνει δε άξια να τους υπηρετεί όλους με τον ίδιο σεβασμό. Άνθρωπος με ποικίλες ευαισθησίες και κοινωνική συνείδηση δημιουργεί τέχνη σε μια προσπάθεια προσωπικής λύτρωσης και αποκατάστασης της αποστασιοποιημένης σχέσης μας με το περιβάλλον.
Στο κείμενο της έκθεσης ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΔΙΑ η Βάλια Κατσίμπα, αρχαιολόγος-μουσειολόγος, αναφέρει: «…Η αινιγματική παρουσία των ζώων σε ορισμένα έργα δημιουργεί περίεργους συνειρμούς ανακαλώντας τον τίτλο της έκθεσης: ποια είναι άραγε τα πραγματικά κατοικίδια των μεγαλουπόλεων; Πώς απαρνήθηκε ο σύγχρονος άνθρωπος την ουσιαστική σχέση του με το περιβάλλον και άφησε τον εαυτό του να μεταμορφωθεί σε ένα υβριδικό μοντέλο ανθρώπου, σε ένα πολυκατοικίδιο;
Φαίνεται ότι μεταβαίνουμε σε μια “εποχή των τεράτων”, όπως έχει χαρακτηριστικά περιγράψει ο Ιταλός διανοητής Antonio Gramsci τις περιόδους εκείνες όπου ο παλαιός κόσμος πεθαίνει ενώ ο νέος δεν έχει ακόμη ξεκινήσει να διαμορφώνεται. Η ανάγκη για επαναξιολόγηση του αστικού περιβάλλοντος, που δημιουργήθηκε από την περίοδο του Μεσοπολέμου, μοιάζει πιο επιτακτική από ποτέ. Οι άνθρωποι των πολυκατοικιών διεκδικούν νέα πλαίσια κατοίκησης, που δεν βρίσκονται απλώς στα όρια της βιωσιμότητας. Η αποδόμηση των πολυκατοικιών, αυτού του τόσο πολλά υποσχόμενου αλλά και τρομερά αμφιλεγόμενου φαινομένου της ελληνικής αστικής εμπειρίας, που μετρά περί τα 100 χρόνια ζωής, έχει ήδη ξεκινήσει..»
Το παράλογο βίωμα και η αμφιβολία του σύγχρονου ανθρώπου για τις δικές του οικιστικές επιλογές, που τον οδήγησαν σταδιακά και υποσυνείδητα στην καλλιέργεια μιας τραυματικής απόστασης από το φυσικό περιβάλλον, είναι ξεκάθαρο σε όλα τα έργα της έκθεσης. Ο Στεφανάκις περιδιαβαίνει την πόλη αποτυπώνοντας φευγαλέες εικόνες του αστικού ιστού με αλληγορικές προεκτάσεις, ενώ η Βασιλάκου εισχωρεί στα κτίρια δίνοντας μια ξεκάθαρα ψυχογραφική διάσταση των κατοίκων της πόλης. Ο Γαβαλάς, αφαιρώντας με ένα στοιχείο αιφνιδιασμού τις προσόψεις των κτιρίων, καταφέρνει να αιχμαλωτίσει στα γεωμετρικά του συμπλέγματα το ανθρώπινο αδιέξοδο και να συνδέσει το εσωτερικό των πολυκατοικιών με το ευρύτερο περιβάλλον τους.
Οι καλλιτέχνες φαίνεται να μοιράζονται την ίδια σιωπή στα έργα τους, στην προσπάθειά τους να ακούσουν τον ψίθυρο των εγκλωβισμένων κατοίκων των μεγαλουπόλεων, που αποκαλύπτει την κοινή επιθυμία τους να απαλλαγούν από τα δεσμά της ανθρώπινης μοναξιάς. «Ένα ζήτημα κοινό στα έργα και των τριών καλλιτεχνών», όπως αναφέρεται και στο κείμενο της έκθεσης, «που πρόθεσή τους δεν είναι ένας παθητικός σχολιασμός της υπαρξιακής αγωνίας και απομόνωσης του σύγχρονου ανθρώπου αλλά η έντονη επιθυμία να αποκαλύψουν- κυρίως μέσα από συμβολικές αναφορές- ένα νέο κόσμο που περιμένει να αναδυθεί, γεμάτο σεβασμό και αγάπη για τη φύση και τον συνάνθρωπο. Οι καλλιτέχνες, ως αγνοί παρατηρητές ενός τοπίου που αλλάζει ραγδαία τα τελευταία χρόνια και καλλιεργεί την καταναλωτική κουλτούρα και την υπεραξία του χρήματος, αναρωτιούνται για το πραγματικό διακύβευμα της έκθεσης και κατ’ επέκταση της ζωής: θα παραμείνουν άραγε οι άνθρωποι μετέωροι και αδύναμοι κάτοικοι των απάνθρωπων πόλεων που δημιούργησαν, έρμαια μιας συμβατικής πραγματικότητας που τους συνθλίβει, ή θα ανατρέψουν την υπάρχουσα συνθήκη απαλλαγμένοι από αρνητικούς εθισμούς και μηχανιστικά στερεότυπα;»